ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΤΥΠΩΜΑ
Στην παιδική μου ηλικία όταν οι μεγαλύτεροί μου έλεγαν για εξωτικά και φαντάσματα, ένιωθα ένα παγερό συναίσθημα φόβου. Ακούγοντας τον πατέρα μου να διηγείται για το φως που έβλεπε απέναντι στο βράχο κατά τις νυχτερινές ώρες το συνέδεσα με φαντάσματα και με νεράιδες και έτσι έμεινε το γεγονός αυτό καταγεγραμμένο στη συνείδησή μου.
Όταν πια μεγάλωσα και το θολό τοπίο σχετικά με τον απροσδιόριστο παιδικό μου φόβο άρχισε να καθαρίζει με καθαριστικά τη λογική και την αλήθεια, θέλησα να μάθω τι ήταν όλα αυτά που έλεγαν για αυτό το φώς.
Η συγκεκριμένη τοποθεσία μου ήταν πολύ γνωστή. Πολλές φορές έβοσκα τις γίδες μας στον τόπο αυτό συντροφιά με το Μήτρο της Γιαννάκαινας (Δημ. Ι. Χριστόπουλο) και το Γιώργο του Στουχαράλαμπου (Γεώργιο Χ. Δερνίκα), ίσως και να βρεθήκαμε πολύ κοντά στο Τύπωμα της Παναγίας, χωρίς κανένας από μας να γνωρίζει κάτι για τον ιερό τόπο.
Συσχετίζοντας τις μαρτυρίες πολλών χωριανών μας για το φως που έβλεπαν στο βράχο με τις διηγήσεις παλαιοτέρων για την ανεύρεση της ιερής εικόνας της Γεννήσεως της Θεοτόκου και την ίδρυση του μοναστηριού της Ρούστιανης άρχισε να ξετυλίγεται η πραγματική ιστορία του ανωτέρω μοναστηριού. Σ’ αυτή την αναδίφηση θερμός συμπαραστάτης ήταν ο Παπαγιώργης Δερνίκας που κάθε τόσο εφοδίαζε τη φαντασία μου με πολλές αφηγήσεις και με ενθάρρυνε να συνεχίσω την προσπάθειά μου. Πολλές φορές σε συζητήσεις που κάναμε με συγχωριανούς μου εκφράζαμε την επιθυμία να επισκεφτούμε το Τύπωμα της Παναγίας. Πάντα βρίσκαμε δικαιολογίες και αναβάλλαμε την επίσκεψη. Τελικά είμαστε αδικαιολόγητοι.
Μια φθινοπωρινή ημέρα που ο ουρανός ήταν καθαρός και ο ολόλαμπρος ήλιος έστελνε τις ζωογόνες του ακτίνες σ’ όλα τα πλάσματα του Δημιουργού αντικρίζοντας απέναντι το βράχο ήρθε μια σκέψη στο μυαλό μου να επισκεφτώ το Τύπωμα της Παναγίας. Μια άλλη εσωτερική φωνή επαναλάμβανε τη δέσμευσή μου γι αυτή την επίσκεψη. Δεν ήταν μόνο μια σκέψη αλλά και πόθος μου μεγάλος. Αφού ετοιμάστηκα, ξεκίνησα πεζός για το Τύπωμα της Παναγίας παίρνοντας ως βοηθό τη γκλίτσα μου και συνεργάτη τη φωτογραφική μηχανή. Ακολούθησα τη γνωστή διαδρομή. Αρακτσή-Σιολέϊκα-Ρέμα Ρουστιανίτη-Μοναστήρι. Σ’ όλη αυτή τη διαδρομή με βασάνιζε μια σκέψη μήπως όλη μου η προσπάθεια αυτή να μάθω, να δω από κοντά και να καταγράψω την ιστορία για το Τύπωμα της Παναγίας και για το ομώνυμο Μοναστήρι αποτελεί ασέβεια προς τα θεία πρόσωπα γιατί γίνεται από έναν ανάξιο και αμαρτωλό άνθρωπο. Όταν έφτασα στο ναό της Παναγίας στο Μοναστήρι, σταυροκοπήθηκα και παρεκάλεσα την Παναγία να με αξιώσει, να με ευλογήσει, να με φωτίσει να κάνω κάτι για τη δόξα του ονόματος του Κυρίου και Θεού μας, για τη δόξα του ονόματός Της και για ωφέλεια δική μας. Ξεκίνησα από το Μοναστήρι προς την Ντελή με αισιοδοξία και περισσή δύναμη. Από την Ντελή πήρα το μονοπάτι προς τα Παλιομάντρια. Η πορεία ήταν εύκολη και ξεκούραστη. Αφού πέρασα το χωράφι του Τσιμτζιρή (Δημ. Αθ. Αντωνίου) βρέθηκα σε άβατο τόπο με γκρεμνούς , γλαντίνια, κέδρα, άλλα ξερά δέντρα και θάμνους. Χωρίς να δυσκολευθώ πολύ βρήκα ένα μονοπάτι και ανηφορίζοντας και κατηφορίζοντας πέρασα μέσα από τις γλαντινιές και έφτασα στη κόγχη του βράχου που αρχίζει από το αλώνι στη Λακκοπούλα και φτάνει μέχρι το Ραφταίϊκο μύλο. Εκεί σταμάτησα λίγο και ανάσανα. Αντίκρισα απέναντι στο Μοναστήρι το ναό της Παναγίας και λίγο πιο ζερβά το χωριό μας. Πραγματικά αυτά που έβλεπαν τα μάτια μου ήταν καταπληκτικά. Είχαν και τα δυο τόση ομορφιά και χάρη που απλόχερα η πρόνοια του Θεού μας επεφύλαξε. Μετά έστρεψα το βλέμμα μου προς το βράχο αναζητώντας να εντοπίσω κάποιο μονοπάτι προς το Τύπωμα. Από δω και πέρα η πορεία δεν ήταν μόνο δύσκολη αλλά και επικίνδυνη. Μια αόρατη δύναμη ένιωθα ότι με υποστήριζε στην πορεία μου αυτή και χωρίς φόβο πέρασα τον επικίνδυνο γκρεμνό. Συνέχεια σήκωνα το κεφάλι μου προς τα πάνω και έβλεπα τα κράκουρα έτοιμα να ξεκολλήσουν και να πέσουν επάνω μου. Έβλεπα στο βράχο τις κοιλότητες που σχηματίστηκαν από την αποκόλληση ογκολίθων και προσπαθούσα να κάνω έναν παραλληλισμό με το Τύπωμα της Παναγίας. Αυτή η σκέψη με αποθάρρυνε για λίγο. Συνέχισα την πορεία με αυτή τη βασανιστική σκέψη. Σαν αντίλαλος μια φωνή μέσα μου έλεγε: «Δε μπορεί να είναι έτσι Τύπωμα της Παναγίας» Βάδιζα σιγά-σιγά και εναγώνια ώσπου κάποια στιγμή αντίκρισα την πραγματική κοιλότητα μέσα στο βράχο και αυτό ήταν το Τύπωμα της Παναγίας. Ένιωσα ικανοποίηση και ευχαρίστηση. Η κόπωσή μου δεν με εμπόδισα , ανηφόρισα λίγα μέτρα και έφτασα μπροστά στο Τύπωμα της Παναγίας που ήταν μια ορθογώνια κοιλότητα σ’ ένα κατακόρυφο βράχο, έμοιαζε με ανοιχτό παράθυρο βυζαντινού ρυθμού. Κατά την παράδοση ήταν θρόνος της ιερής εικόνας της Γεννήσεως της Θεοτόκου. Μπροστά από το Τύπωμα ήταν ένα πρανές πέτρινο προαύλιο ολίγων τετραγωνικών μέτρων και δεξιά και αριστερά από το Τύπωμα δυο μεγάλες πέτρινες κολώνες. Στάθηκα με σεβασμό στον ιερό αυτό χώρο, προσκύνησα το Τύπωμα της Παναγίας και ευχαρίστησα την Παναγία που με αξίωσε να πραγματοποιήσω την επίσκεψη αυτή. Με τη φωτογραφική μου μηχανή προσπάθησα να φωτογραφίσω το Τύπωμα από διαφορετικές θέσεις έχοντας την εικόνα του Τυπώματος της Παναγίας στο νού μου και στη φωτογραφική μηχανή πήρα το δρόμο της επιστροφής ικανοποιημένος γιατί πραγματοποιήθηκε η επιθυμία μου και ενισχυμένος στην πίστη μου ότι το Τύπωμα είναι πραγματικά Τύπωμα Ιερής εικόνας. Τα χείλη μου άρχισαν να σιγοψέλνουν παράφωνα το τροπάρι από την Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου:
Εν φωναίς ασμάτων πίστει, σοι βοώμεν,
Πανύμνητε. Χαίρε, πίον όρος και τετυρωμένον
εν Πνεύματι χαίρε, λυχνία και στάμνε
μάννα φέρουσα, το γλυκαίον τα των ευσεβών αισθητήρια.
Ερμηνεία τροπαρίου
Με άσματα (ύμνους) που βγαίνουν από την πίστη μας σου φωνάζουμε πανύμνητε: Χαίρε, εσύ που με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος έγινες εύφορο βουνό, χαίρε λυχνία και στάμνα που φέρεις μέσα το μάννα (Χριστό) που γλυκαίνει τα πνευματικά αισθητήρια των ευσεβών.
Όταν έφτασα στη κόγχη του βράχου σ’ ένα πλάτωμα, κοντοστάθηκα, αγνάντεψα τριγύρω, είδα το λόφο του Μοναστηριού και φαντάστηκα τους μοναχούς και βοσκούς με την ιερή εικόνα στα χέρια τους να αντικρίζουν το πανοραματικό λόφο του Μοναστηριού και να τον επιλέγουν ως τόπο λατρείας του Θεού και προσκύνησης της Ιερής εικόνας της Γεννήσεως της Θεοτόκου.
Η επίσκεψή μου αυτή δε σταματάει εδώ. Έχει συνέχεια. Η χάρη και οι μεσιτείες της Παναγίας μας ας είναι γι απάντα μαζί μας.
Υποσημείωση: Τον περασμένο Σεπτέμβριο 2015 επισκέφτηκα για τρίτη φορά το Τύπωμα της Παναγίας με τους Χαράλαμπο Αντωνίου και Απόστολο Δερνίκα όπου τοποθετήσαμε ηλεκτρικό φανό