Τα αδελφά Μοναστήρια
Του Γιάννη Κουτσοκώστα
Το Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, «Το Πάν’ Μοναστήρ’» και το Μοναστήρι της Παναγίας της Ρούστιανης, «Το Κάτ’ Μοναστήρ’» κατά τη ρουμελιώτικη ντοπιολαλιά ήσαν αδελφά μοναστήρια. Εμφανίζονται σχεδόν ισόχρονα στα χρόνια της τουρκοκρατίας, αναπτύσσουν παράλληλες δραστηριότητες με ευεργετικά για τον τόπο αποτελέσματα και αφού ξεπλήρωσαν την εθνικοαπελευθερωτική τους αποστολή παύουν να λειτουργούν για τον ίδιο λόγο με το γνωστό νόμο του Όθωνα του 1833.
Ήταν λουλούδια που ευωδίαζαν το άρωμα της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού, ήταν σημάδια της Θείας Πρόνοιας προς το δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Μεταξύ των Μοναστηριών δεν υπήρξε ανταγωνισμός ούτε προστριβές από την παράλληλη ανάπτυξη δραστηριοτήτων στα μετόχια τους που ήσαν εκατέρωθεν του Ρουστιανίτη (του Προφήτη Ηλία στην ανατολική πλευρά, της Παναγίας της Ρούστιανης στη δυτική πλευρά), καθόσον και τα δύο Μοναστήρια υπηρετούσαν αγνά και άδολα τον ίδιο σκοπό. Η ενότητα, η αδελφότητα, η αλληλοβοήθεια και αλληλεγγύη έφερναν το ένα Μοναστήρι κοντά στο άλλο.
Το Μοναστήρι της Ρούστιανης με τη έναρξη της επανάστασης υπέστη ολοκληρωτική καταστροφή στην ακίνητη και κινητή περιουσία του καθόσον ήταν περισσότερο ευάλωτο στον Τούρκο κατακτητή. Οι κολίγοι , οι τσομπάνηδες και πολλοί καλόγηροι στρατολογήθηκαν. Οι εναπομείναντες μοναχοί κατέβαλλαν απεγνωσμένες προσπάθειες για την ανοικοδόμηση του Μοναστηριού. Στη δύσκολη εκείνη στιγμή για το Μοναστήρι της Ρούστιανης έρχεται σε βοήθεια ο μοναχός Ιωαννίκιος από το Μοναστήρι του προφήτη Ηλία ο οποίος συνεργάζεται με τον μοναχό Δαυίδ και επιτυγχάνουν τη σύναψη δανείου 450 γροσίων με τον Νικολάκη Γιαννακόπουλο από το Γαρδίκι υπογράφοντες και οι δυο σχετική ομολογία την 1η Ιουνίου 1827. Το έργο της ανοικοδόμησης του Μοναστηριού αρχίζει αλλά τα χρήματα δεν επαρκούν και οι μοναχοί αναζητούν και άλλο δανειστή. Αυτή τη φορά βρίσκουν δανειστή τον Οθωμανό Μάλιο ή Μάλκο Βουστινά από τον οποίο δανείζονται 650 γρόσια υπογράφοντες και άλλη ομολογία στις 26 Αυγούστου 1828.
Ο Ιωαννίκιος αφού πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες στο Μοναστήρι της Ρούστιανης επέστρεψε και πάλι στο Μοναστήρι του προφήτη Ηλία, χωρίς να φαίνεται ο ακριβής χρόνος παραμονής στο Μοναστήρι της Ρούστιανης. Σύμφωνα με το υπ’ αριθ. 1326/17-6-1835 έγγραφο της Επισκοπής Φθιώτιδας οι μοναχοί του Μοναστηριού του Προφήτη Ηλία ήσαν οι παρακάτω:
Με το υπ’ αριθ.1327/18-6-1835 έγγραφο της ανωτέρω Εκκλησιαστικής Αρχής οι πατέρες της μονής Ρούστιανης ήσαν οι Γερμανός και Δαυίδ.
Κάποια όμως διαφορά προέκυψε ανάμεσα στους μοναχούς του Προφήτη Ηλία Ιωαννίκιο και Δαμιανό, οπότε ο Ιωαννίκιος επέστρεψε και πάλι στο Μοναστήρι της Ρούστιανης το 1837. Τούτο προκύπτει από ομολογία του ίδιου του Ιωαννικίου που αναφέρει ότι μόνασε στο Μοναστήρι της Ρούστιανης γειτνιάζον με αυτό.
Η ανωτέρω ομολογία –Μαρτυρικό- βρίσκεται στο με αριθ. 87 φάκελο των Γ.Α.Κ (Γενικών Αρχείων Κράτους) που περιέχει έγγραφα για το Μοναστήρι του Προφήτη Ηλιού και έχει δημοσιευθεί στο βιβλίο του κ . Ιωάννη Παπαναγιώτου « Ο ΑΗ ΛΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙΟΥ» σελ. 86. Η ανωτέρω ομολογία του Ιωαννικίου αναφέρεται στην εξής υπόθεση:
Ο πρώην ηγούμενος του Μοναστηριού του Προφήτη Ηλία Δαμιανός το 1828 κτίζει οικίσκο και καλλιεργεί μικρή έκταση στη θέση Παλαιολευκάδα. Στις 30 Μαρτίου 1838 ο Αθανάσιος Χατζόπουλος υπέβαλε αίτηση προς την επί των Εκκλησιαστικών Β. Γραμματείαν και παρακαλούσε να διαταχθεί η κατεδάφιση των οικίσκων και να του αποδοθεί η κατασχεθείσα περιουσία. Καλεί δε ως μάρτυρα κατηγορίας τον Ιωαννίκιο που μόναζε τότε στο Μοναστήρι της Ρούστιανης και ομολογεί ότι ο πρώην ηγούμενος Δαμιανός έκτισε ένα οικίσκο και καλλιέργησε έκταση δύο περίπου στρεμμάτων γης στην Παλαιολευκάδα που ανήκε στον Αθανάσιο Χατζόπουλο από τη Λευκάδα.
Ο Διοικητής Φθιώτιδας κατ’ εντολή της επι των Εκκλησιαστικών Β. Γραμματείας της Επικρατείας ζήτησε πληροφορίες για το μοναστηριακό οικίσκο και την καλλιεργούμενη έκταση για την οποία αναφέρεται ο Αθανάσιος Χατζόπουλος από το Δήμαρχο Ομιλαίων στην Περιφέρεια του οποίου υπάγονταν τα διαλυθέντα μοναστήρια. Ο δε δήμαρχος άντλησε πληροφορίες από τους γεροντότερους και ειδημονέστερους κατοίκους της περιοχής σύμφωνα με τις οποίες ο οικίσκος και η εν αυτώ καλλιεργουμένη γη δεν εμπεριέχονται στα ζευγοστάσια της Λευκάδας αλλά εις εκείνα του Παλαιοχωρίου Κουτσούφλιανης και έτσι η ανωτέρω περιοχή με τον οικίσκο δεν ανήκει στον κ. Αθανάσιο Χατζόπουλο.
Οι πληροφορίες αυτές διαβιβάζονται από το Διοικητή Φθιώτιδας στη Βασιλική Γραμματεία η οποία με έγγραφό της προς το Διοικητή Ευρυτανίας την 1η Ιουνίου 1838 γνωστοποιεί στον Αθανάσιο Χατζόπουλο ότι ο οικίσκος που κτίστηκε από τον πρώην ηγούμενο του Προφήτη Ηλία Δαμιανό και η εν αυτώ καλλιεργουμένη έκταση δεν περιέχονται στα ζευγοστάσια Λευκάδας αλλά σ’ εκείνα του Παλαιοχωρίου Κουτσούφλιανης και επομένως το οίκημα και η εν αυτώ περιοχή δεν ανήκει σε ιδιοκτήτη Λευκάδας.
Επειδή δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για τη διασαφήνιση της ανωτέρω υπόθεσης επόμενο είναι να δημιουργούνται εύλογα ερωτήματα. Είθε ο μελλοντικός ερευνητής να τα ξεκαθαρίσει με ακρίβεια και αντικειμενικότητα.
Ο Ιερομόναχος Ιωαννίκιος με την υπογραφή της μαρτυρικής του κατάθεσης κάνει γνωστό και τον τόπο καταγωγής του από το χωρίον Κλεπά. Ήταν από τους τελευταίους μοναχούς του Μοναστηριού της Ρούστιανης.