Η σφραγίδα του Μοναστηριού
του Γιάννη Κουτσοκώστα
Το Μοναστήρι της Ρούστιανης είχε ακίνητη περιουσία, κυριότητα επ’ αυτής και νομική υπόσταση. Ασκούσε εξουσία και η ταυτότητά του, η κυριότητά του και η γνησιότητά του δηλωνόταν με την σφραγίδα. Η σφραγίδα ήταν ένα όργανο από ξύλο , πέτρα ή μέταλλο με εγχάρακτα ή ανάγλυφα γράμματα και σύμβολα τα οποία αποτυπώνονταν επάνω σε χαρτί αφού πρώτα πιεζόταν επάνω σε εμποτισμένο με μελάνι στρώμα.
Για την καλύτερη διαχείριση της κτηματικής Περιουσίας του Μοναστηριού ιδρύθηκαν δυο Μετόχια, της Αγίας Ιερουσαλήμ στο Πίτσι και του Αγίου Ιωάννου στη Λευκάδα.
Και τα δυο Μετόχια ανήκαν στο Μοναστήρι της Ρούστιανης και δεν είχαν νομική υπόσταση ούτε σφραγίδα. Σφραγίδα είχε μόνο το Μοναστήρι της Ρούστιανης. Ειδικά η ιστορία για τη σφραγίδα του Μοναστηριού της Ρούστιανης συνηγορεί για την ανεξαρτησία και κυριαρχία του ανωτέρω Μοναστηριού που δεν υπήρξε Μετόχι άλλου Μοναστηριού.
Ο Επίσκοπος της Ιεράς Μητροπόλεως Φθιώτιδας με το υπ’ αρ. 1273/27-5-1835 έγγραφό του προς τον Έπαρχο Φθιώτιδας κάνει γνωστό ότι έδωσε εντολή εις τους διατελούντας μέχρι τούδε μοναχούς στα μοναστήρια της Επαρχίας να πέμψουν προς την Αρχήν ταύτην τας ενυπαρχούσας μέχρι τούδε σφραγίδας για τις οποίες οι μοναχοί εκάστου μοναστηριού δια ιδιαιτέρων αναφορών εξέφρασαν ότι εχάθησαν εν καιρώ της επαναστάσεως. Διεσώθησαν δε η σφραγίδα του Μοναστηριού του Προφήτου Ηλιού, η οποία και παραδόθηκε στον Έπαρχο και η σφραγίδα του Μοναστηριού της Ρούστιανης την οποία παρέλαβε κατά το 1830 ο Επίσκοπος πρώην Παραμυθίας κ. Προκόπιος, όταν ήταν τοποτηρητής των Ν. Πατρών (Υπάτης) και έκτοτε παρέμεινε στα χέρια του ιδίου.
Με το υπ’αριθμ. 1292/29-5-1835 έγγραφο της ανωτέρω Μητροπόλεως γνωστοποιείται προς την Σην Ιεράν Σύνοδον του Βασιλείου η απώλεια των σφραγίδων των Ιερών Μονών Φθιώτιδος εκτός των Μονών του Προφήτου Ηλιού και της Ρουτσένης (Ρούστιανης) τας οποίας ο Μητροπολίτης Ιάκωβος αποστέλλει προς τον Έπαρχο Φθιώτιδας.
Με το πρώτο ανωτέρω έγγραφο γίνεται σαφές ότι η σφραγίδα του Μοναστηριού της Ρούστιανης πριν ακόμη διαλυθεί για άγνωστους λόγους ο ηγούμενός του Μοναστηριού παρέδωσε στον τότε τοποτηρητή των Ν. Πατρών πρώην Παραμυθίας Προκόπιο.
Έκτοτε οποιαδήποτε γραπτή επικοινωνία ή δικαιοπραξία του Μοναστηριού δεν έφερε τη σφραγίδα.
Με το δεύτερο ανωτέρω έγγραφο καταδεικνύεται ότι ο Επίσκοπος της Ιεράς Μητροπόλεως Φθιώτιδος παρέλαβε τη σφραγίδα το Μοναστηριού της Ρούστιανης από τον Επίσκοπο πρώην Παραμυθίας κ. Προκόπιο την οποία απέστειλε προς τον Έπαρχο Φθιώτιδος.
Την 1η Ιουνίου 1827 οι μοναχοί του Μοναστηρίου της Ρούστιανης Ιωαννίκιος και Δαυίδ συνάπτουν γραπτήν ομολογίαςν– δάνειο- 450 γροσίων με τον Νικολάκη Γιαννακόπουλο από το Γαρδίκι χωρίς να θέσουν τη σφραγίδα του Μοναστηριού. Δεν είναι γνωστό αν τη σφραγίδα την είχαν οι δυο υπογράφοντες μοναχοί ή κάποιος άλλος που διαφωνούσε με τη λήψη του δανείου. Ενδέχεται να έκριναν ότι δεν ήταν απαραίτητη η σφράγιση της ομολογίας και αντί αυτής κάτω από τις υπογραφές τους έγραψαν τη φράση «ηπόσχομεν τα άνοθεν»
Μετά τη διάλυση του Μοναστηριού της Ρούστιανης το 1835 ο δανειστής Νικόλαος Γιαννακόπουλος παρουσίασε στον Έπαρχο Φθιώτιδας την χρεωστικήν ομολογίας των μοναχών υπογεγραμμένην από τους μοναχούς Ιωαννίκιο και Δαυίδ και ζήτησε την εξώφλησή της σε μετρητά προτείνοντας να αφήσει προς όφελος του Εκκλησιαστικού Ταμείου το 5% του κεφαλαίου και να παραιτηθεί των όσων μέχρι τούδε δικαιούται τόκων του δανείου.
Ο Έπαρχος Φθιώτιδος με αναφορά του προς τον Νομάρχη Φωκίδας βεβαιώνει τη γνησιότητα της χρεωστικής ομολογίας και ευρίσκει συμφέρουσα την πρόταση του δανειστή. Ο δε Νομάρχης υποβάλλει τα συγκεντρωθέντα παραστατικά προς την επι των Εκκλησιαστικών Β. Γραμματείαν της Επικρατείας και ζητεί την έγκριση για να πληρωθεί ο αναφερόμενος δανειστής Ν. Γιαννακόπουλος (σχετικό έγγραφο: Αριθ. Πρωτ. 1834, 2287,409, 1376-Άμφισα 11-5-1835, Νομάρχης Φωκίδας –Λοκρίδος).
Στη συνέχεια η επι των Εκκλησιαστικών Β. Γραμματεία τα διαβιβάζει στην επι του Εκκλησιαστικού Ταμείου Επιτροπή η οποία διαπιστώνει ότι δεν έχει τεθεί στη χρεωστική ομολογία η σφραγίδα του Μοναστηριού και τα επιστρέφει στη Γραμματεία επι των Εκκλησιαστικών με την παραγγελία να την πληροφορήσει για τις αιτίες της μη επιθέσεως της σφραγίδας της αναφερόμενης μονής προκειμένου να γνωμοδοτήσει για τις περαιτέρω ενέργειες.
Η αντίστροφος πορεία των εγγράφων συνεχίζεται και ο Διοικητής Φθιώτιδος καλείται να εξετάσει την υπόθεση και να αναφέρει ιεραρχικά.
Με το υπ’ αριθ. 1431/1668/24-5-1837 έγγραφό του ο Διοικητής Φθιώτιδας απευθυνόμενος προς την επι των Εκκλησιαστικών Β. Γραμματεία αναφέρει ότι το έγγραφο συνάψεως δανείου (χρεωστική ομολογία) μεταξύ των μοναχών του Μοναστηριού και του Νικολάου Γιαννακοπούλου δεν έχει τη μοναστηριακή σφραγίδα καθόσον αυτή χάθηκε όπως και τα άλλα κινητά κτήματα της Μονής που καταστράφηκαν από τους Οθωμανούς.
Από τα ανωτέρω διαπιστώνεται μια αντίφαση ανάμεσα στις δυο αρχές, την Εκκλησιαστική και τη Κρατική ως προς την τύχη της σφραγίδας του Μοναστηριού της Ρούστιανης. Ενδέχεται να υπήρχε δυσκολία στην επικοινωνία και αλληλοενημέρωση των δυο ανωτέρω Αρχών, ή ο Διοικητής της επαρχίας Φθιώτιδας θέλοντας να αποφύγει τη συγκέντρωση περισσότερων πληροφοριών για τη σφραγίδα και τη νομιμότητα του χρέους θεώρησε καλό ότι μια γενική και πειστική δικαιολογία θα διευκόλυνε την συζητούμενη υπόθεση.
Από όλα αυτά φαίνεται καθαρά ότι το Μοναστήρι της Ρούστιανης είχε δική του σφραγίδα η οποία αποτελούσε συστατικό στοιχείο ότι το παραπάνω Μοναστήρι ήταν κυρίαρχο.
Χρεωστική ομολογία των μοναχών του Μοναστηριού της Ρούστιανης Ιωαννικίου και Διαβίδη
Την σήμερον φανερόνομεν και ομολογούμεν εμεις η πατέρες της Ρούστιανη Ιωαννίκιος και διαβήδης ότι δια χρήση του μοναστηριού μας επήγαμε και επαρακαλέσαμεν τον κύρ νικολάκι γιανακόπλον από χωρήον γαρδίκι και μας εδάνισε γρόσια 450 τετρακόσια πενίντα για να τρέχουν με το διάφορον τους τα δεκα δοδεκα οσον κηρον σταθούνε και δια το βέβεον της αλήθειας εδόσαμεν τιν ομολογίαν μας εις χήρας του κυρ νικολάκι εις ένδειξην και ασφάλιαν. 1827 Ιουνίου 1
Ιωαννίκιος και διαβήδης ηπόσχομεν τα ανοθεν.